H συμβολή του
ανθρώπινου δυναμικού και των δεξιοτήτων του στην οικονομική ανάπτυξη
μεγιστοποιείται όταν συντρέχουν οι εξής τρεις προϋποθέσεις:
Τα συστήματα
ανάπτυξης δεξιοτήτων παρέχουν στο ανθρώπινο δυναμικό τις κατάλληλες γνώσεις και
δεξιότητες.
Το ανθρώπινο
δυναμικό προσφέρει ενεργά τις δεξιότητές του στην αγορά εργασίας, δηλαδή
απασχολείται ή αναζητά εργασία ενεργά.
H αντιστοίχιση των
δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας είναι
αποτελεσματική.
Aυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων ο Ευρωπαϊκός Δείκτης Δεξιοτήτων
(European Skills Index) του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP),
που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τον CEDEFOP, το τρίπτυχο
ανάπτυξη-ενεργοποίηση-αξιοποίηση δεξιοτήτων πρέπει να αποτελέσει μια αδιαίρετη
προσέγγιση για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού. Και αυτό γιατί, η συμβολή
του ανθρώπινου δυναμικού στην οικονομία είναι ελλιπής, ακόμη και αν τα
συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης λειτουργούν αποτελεσματικά, εφοδιάζοντας
το με τις κατάλληλες γνώσεις και δεξιότητες, εάν αυτές δεν προσφέρονται ενεργά
στην αγορά εργασίας. Όμως, ακόμη και αν πληρούνται οι δύο πρώτες προϋποθέσεις,
η συμβολή των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού στην οικονομική ανάπτυξη θα
παραμείνει περιορισμένη εάν αυτές υποχρησιμοποιούνται, εξαιτίας της υψηλής
ανεργίας, ή δεν αξιοποιούνται αποτελεσματικά, εξαιτίας της αναντιστοιχίας τους
με αυτές που ζητούνται στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με τα
στοιχεία του Δείκτη, η συμμετοχή στον
οικονομικά ενεργό πληθυσμό και κατά συνέπεια, η προσφορά των δεξιοτήτων του
ανθρώπινου δυναμικού (ενεργοποίηση δεξιοτήτων), συνδέεται στενά με την
αποτελεσματικότητα του συστήματος ανάπτυξης δεξιοτήτων (ανάπτυξη δεξιοτήτων).
Δηλαδή, μια χώρα που διαθέτει ένα αποτελεσματικό σύστημα ανάπτυξης δεξιοτήτων
προσφέρει παράλληλα στο ανθρώπινο δυναμικό τις δεξιότητες που βρίσκονται σε
υψηλή ζήτηση στην αγορά εργασίας, βοηθώντας την ένταξη, παραμονή, και εξέλιξή
του σε αυτήν.
Η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με τις
άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσον αφορά στο τρίπτυχο
Ανάπτυξη-Ενεργοποίηση-Αντιστοίχιση δεξιοτήτων
απασχόλησης της
συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας είναι πολύ χαμηλό σε σχέση με τις άλλες
Ευρωπαϊκές χώρες. Όσον αφορά στην Αντιστοίχιση Δεξιοτήτων η επίδοση της Ελλάδας
είναι πολύ χαμηλή, σε σχέση με τους άλλους δύο πυλώνες. Η χαμηλή επίδοση
οφείλεται τόσο στην ελλιπή αξιοποίηση όσο και στην αναντιστοιχία των
δεξιοτήτων. Βεβαίως, ακόμα και αν εφαρμοστούν πολιτικές που θα βελτιώσουν τη
θέση της χώρας σε σχέση με την ανάπτυξη και την ενεργοποίηση των δεξιοτήτων, η
αποτελεσματικότητά τους θα είναι περιορισμένη, εάν δεν αντιμετωπισθεί η
αναντιστοιχία δεξιοτήτων, η οποία οδηγεί σε σημαντική σπατάλη πόρων για την
ελληνική οικονομία. Με άλλα λόγια,
εάν δεν μετασχηματιστεί η παραγωγική βάση της οικονομίας μας, το οποίο αποτελεί
ευθύνη τόσο των ίδιων των επιχειρήσεων όσο και του πολιτικού συστήματος, για
την προώθηση των απαιτούμενων πολιτικών.
Για τη
μεγιστοποίηση της συμβολής του ανθρώπινου δυναμικού στην οικονομική ανάπτυξη
της χώρας απαιτούνται συστηματικές μεταρρυθμίσεις και πολιτικές σε σχέση με
την:
Ανάπτυξη δεξιοτήτων, όπως ο εκσυγχρονισμός των
προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης.
Ενεργοποίηση δεξιοτήτων, όπως η μείωση της
φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας και η επέκταση των δομών και υπηρεσιών φροντίδας
των παιδιών.
Αντιστοίχιση δεξιοτήτων, όπως η άρση των εμποδίων
δημιουργίας ποιοτικών θέσεων εργασίας σε δυναμικούς τομείς της οικονομίας, η
βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης αλλά και τα επενδυτικά κίνητρα για
την πραγματοποίηση επενδύσεων, που θα ευνοούν τον παραγωγικό μετασχηματισμό της
οικονομίας μας.
Οι
επιδόσεις της Ελλάδας είναι χαμηλές στους περισσότερους από τους δείκτες που
συνθέτουν τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων. Στο Δείκτη Ανάπτυξης Δεξιοτήτων, τα
προβλήματα αφορούν κυρίως στις επιδόσεις των συστημάτων δια βίου μάθησης και
συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης και λιγότερο σε αυτές της βασικής
εκπαίδευσης. Στην Ενεργοποίηση Δεξιοτήτων οι επιδόσεις των χωρών προκύπτουν από
δείκτες, οι οποίοι μεταξύ άλλων αφορούν στη μετάβαση από την εκπαίδευση στην
αγορά εργασίας, όπως είναι το ποσοστό των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το
σχολείο.