Ηρώ Διώτη, Εργαζόμενη στο προσφυγικό, πρώην βουλευτίνα Λάρισας
Σωτήρης Λαϊνάς, Ψυχολόγος, Δρ. Ψυχολογίας
Δημήτρης Μπαμπαλής, Ιατρός, Διευθυντής ΤΕΠ Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας
Οι ραγδαίες αλλαγές σε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο και οι ακραίες δυσκολίες που αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού σε όλους τους τομείς της ζωής του είναι ένα γεγονός που δε χωρά αμφισβήτηση. Οι ζωές μας αλλάζουν προς το χειρότερο καθώς δεν μειώνεται απλά η πρόσβαση μας σε οικονομικούς πόρους και δυσκολευόμαστε όλο και παραπάνω, αλλά συρρικνώνονται τα δικαιώματά μας, οι προοπτικές και η ελπίδα μας. Η αποδόμηση του κράτους πρόνοιας, όπως δραματικά αποτυπώνεται στη διάλυση του ΕΣΥ, στη διαρκή υποβάθμιση και επίθεση στη δημόσια εκπαίδευση, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, οι ιδιωτικοποιήσεις της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας, η απουσία αναπτυξιακής πολιτικής που να αφορά το λαό και όχι συγκεκριμένα συμφέροντα, η εργαλειοποίηση και ο εξευτελισμός των θεσμών, αποτελούν βασικές συνιστώσες της ασκούμενης σήμερα πολιτικής. Μιας πολιτικής που δεν είναι τυχαία, ούτε χωρίς βάσεις. Είναι μια συνεπής πολιτική που αποτελεί την εφαρμογή ακραίων νεοφιλελεύθερων ιδεών με ξεκάθαρο στόχο την αναδιανομή του συλλογικά παραγόμενου πλούτου σε βάρος της τεράστιας πλειοψηφίας του λαού και προς όφελος των πολύ λίγων.
Στη χώρα μας με τα πολλά δομικά προβλήματα και τις πολλαπλές αντιθέσεις η τελευταία δεκαπενταετία ήταν καταστροφική. Στην εποχή των μνημονίων δεν υπήρξε μόνο η βάρβαρη επίθεση στα εισοδήματα και το βιοτικό μας επίπεδο. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επικράτησαν, συρρίκνωσαν τη δημοκρατία, τη δυνατότητα λογοδοσίας και διαφάνειας. Ο εγκλωβισμός της κοινωνίας σε μια διαρκή κατάσταση «εκτάκτου ανάγκης», ο οποίος συνεχίστηκε και στην περίοδο της πανδημίας περιόρισε σε σημαντικό βαθμό τη δυνατότητα αλλά και τη διάθεση της κοινωνίας να συμμετέχει, να ελέγχει, να παρεμβαίνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επικρατούσας απορρύθμισης είναι το ληστρικό ενεργειακό κόστος που κληθήκαμε να πληρώσουμε με πρόσχημα τον πόλεμο στην Ουκρανία, διατηρώντας και αυξάνοντας την κερδοφορία των παρόχων ενέργειας.
Πίσω από τις αλλεπάλληλες χαμένες μάχες του λαού μας κρύβεται η ιδεολογική υπερίσχυση, προς το παρόν, ακραίων αντικοινωνικών αντιλήψεων όπως αυτή αποτυπώνεται στη συντηρητικοποίηση και στον εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται εδώ και πολλά χρόνια στη δίνη μιας επιθετικής απόπειρας να υποστεί μια πολιτική, οικονομική, ιδεολογική, ηθική, αισθητική και πολιτιστική στροφή προς τα ακροδεξιά. Οι προϋποθέσεις... για την επιτυχία αυτής της απόπειρας δημιουργήθηκαν ήδη από την συνθηκολόγηση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2015 και την συνακόλουθη υποχώρηση των ζωντανών κινημάτων και των ιδεών που είχαν μετατρέψει επί μια δεκαετία την Ελλάδα σε βασικό εργαστήρι μιας προοδευτικής αλλαγής. Η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, η καταστροφικότερη που έχει γνωρίσει η χώρα εδώ και μισό αιώνα, αξιοποιώντας την απογοήτευση που γέννησε ο συμβιβασμός και όποια ευκαιρία της παρουσιάστηκε (πανδημία, πόλεμος κλπ) δημιούργησε μια ασφυκτική, αυταρχική συνθήκη συγκρίσιμη πια με απολυταρχικά καθεστώτα όπως της Ουγγαρίας, της Τουρκίας και μέχρι πρότινος της Βραζιλίας. Το επόμενο βήμα θα είναι η διάλυση κάθε κοινωνικής και δημοκρατικής σταθεράς όπως προκύπτει από την πλήρη απαξίωση οποιασδήποτε έννοιας λογοδοσίας σε σχέση με το τρομερό σκάνδαλο των υποκλοπών και δεκάδων άλλων γενικευμένης διαφθοράς.
Η χώρα μας βρίσκεται λοιπόν σε ένα κομβικό σημείο. Η σωρευμένη κόπωση της κοινωνίας από τις απανωτές κρίσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας (μνημόνια, πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία, κίνδυνος πυρηνικού πολέμου) σε συνδυασμό με την επικράτηση σήμερα ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών παράγουν ένα εκρηκτικό μείγμα. Γνωρίζουμε δυστυχώς όχι μόνο από τη θεωρία, αλλά και από την εμπειρία μας τα τελευταία χρόνια ότι οι πολιτικές αυτές παράγουν φτώχεια, αποκλεισμό, εκτινάσσουν τα προβλήματα υγείας και τα ψυχοκοινωνικά προβλήματα, διαλύουν την κοινωνία και εν τέλει παράγουν θάνατο. Ταυτόχρονα επιδρούν στον τρόπο που ζούμε και λειτουργούμε. Μας κάνουν ανθρώπους μοναχικούς, ανταγωνιστικούς, μας φοβίζουν και μας επιτρέπουν εν τέλει να προσπαθήσουμε μόνο να επιβιώσουμε και όχι να ζήσουμε. Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά ότι η ζωή που αξίζει να βιωθεί είναι η ζωή που μας επιτρέπει να μην παλεύουμε απλά για την επιβίωση, μια ζωή που αντιστοιχεί στον 21ο αιώνα και όχι στον Μεσοπόλεμο, που μας επιτρέπει να συνυπάρχουμε ουσιαστικά με τους συνανθρώπους μας, να συγκροτούμε κοινότητες, να συνδημιουργούμε και να μην αποδεχόμαστε την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Δεν μπορεί να κρυφτεί ότι η απάντηση σε αυτά τα φαινόμενα είναι σήμερα κατώτερη των περιστάσεων και των απαιτήσεων. Εξαντλημένη από 15 χρόνια διαρκούς φτωχοποίησης, απογοητευμένη από τη διάψευση των μεγάλων προσδοκιών της προηγούμενης δεκαετίας, εγκαταλειμμένη από ένα συνδικαλιστικό κίνημα βυθισμένο στην υποταγή και μια αριστερά εθισμένη στην ήττα, η ελληνική κοινωνία παραμένει αναλογικά αμήχανη απέναντι στην επίθεση που δέχεται.
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ότι είναι απαραίτητη μια ριζική αλλαγή των πολιτικών που ορίζουν τις ζωές μας. Είναι αναγκαίο να υποστηριχτούν πραγματικά προοδευτικές, αριστερές πολιτικές που να θέτουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο και την κοινωνία και τις ανάγκες τους. Πολιτικές που θα βασίζονται στη συμμετοχή των πολλών, θα αποτελούν προϊόν πραγματικά δημοκρατικών διαδικασιών, που θα στοχεύουν στην ανάκτηση της ιδιότητας του πολίτη, θα σέβονται τη διαφορετικότητα και θα επιδιώκουν διαρκώς την κοινωνική δικαιοσύνη.
Έχοντας μοιραστεί την τελευταία 15ετία, από τη θέση του/της ο καθένας και η καθεμία, τόσο τις προσδοκίες της κοινωνικής αναγέννησης της πρώτης περιόδου όσο και την αμηχανία της αμέσως επόμενης, έχοντας βρεθεί στο πεδίο σε μερικά από τα βασικά θέατρα αυτής της επίθεσης (EΣΥ, ψυχική υγεία, προσφυγικό), έχοντας βιώσει τα ιδιαίτερα προβλήματα της περιοχής μας, αλλά και όσα είναι κοινά στην συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, θεωρούμε ότι δεν μπορούμε να παραμείνουμε άλλο σε μια κατάσταση «ασφαλούς ουδετερότητας» -διόλου ασφαλούς άλλωστε στην πραγματικότητα.
Ισχυριζόμαστε ότι είναι ανάγκη να ενισχυθεί κάθε εστία αντίστασης στον σημερινό ζόφο, τόσο σε επίπεδο κοινωνικό, κινηματικό, συνδικαλιστικό, όσο και σε επίπεδο κοινοβουλευτικό.
Το ΜΕΡΑ25, αυτά τα 3.5 χρόνια της κοινοβουλευτικής παρουσίας του υπήρξε, ανεξάρτητα από αδυναμίες και σφάλματα, μια δύναμη που διαχωρίστηκε από τη συνθήκη της ήττας, και υπηρέτησε με συνέπεια την ανάγκη να αντιπαραταχθούν πολιτικές αντίθετες από τις σημερινές στα ζητήματα της οικονομίας, των δικαιωμάτων, του περιβάλλοντος, της δημοκρατίας, της δημόσιας υγείας και παιδείας, της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης.
Ισχυριζόμαστε ότι η διατήρηση και ενίσχυση αυτής της φωνής στο Κοινοβούλιο είναι αναγκαία, στην κατεύθυνση αναγέννησης ενός ζωντανού διεκδικητικού ρεύματος μέσα στην ελληνική κοινωνία, το οποίο να έρθει σε ρήξη με τις νεοφιλελεύθερες, αυταρχικές και βαθιά αντιδημοκρατικές πολιτικές που ασκούνται σήμερα.
Η ξεκάθαρη αριστερή στόχευση του ΜΕΡΑ 25, τα προτάγματά του και η μέχρι τώρα συνέπειά που επιδεικνύει μας ωθούν στο να συνταχτούμε μαζί του και να δηλώσουμε την υποστήριξή μας σε αυτήν την προσπάθεια.