Μερίδιο στην παγκόσμια αγορά αλόης διεκδικεί η ελληνική και ευρωπαϊκή παραγωγή. Η αγορά της αλόης (Aloe Vera), με εφαρμογές κυρίως στη κοσμετολογία, στη φαρμακευτική και τα τρόφιμα, υπολογίζεται ότι προσέγγισε τα 2,5 δις δολάρια το 2020, ενώ η ετήσια αύξησή της υπολογίζεται στο 8%, λόγω της ενισχυόμενης ζήτησης για τα μη-χημικά προϊόντα. Το εμπόριο της αλόης σήμερα ελέγχεται από αμερικανικές και ασιατικές πολυεθνικές, ενώ περίπου 20-25% προέρχεται από την Ε.Ε., την ώρα που η ευρωπαϊκή αγορά απορροφά περίπου το 1/3 του συνόλου της διεθνούς παραγωγής.
Στο πλαίσιο αυτό ο Ευρωβουλευτής της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΥΣΗΣ και της ομάδας του ECR, Εμμανουήλ Φράγκος Φραγκούλης κατέθεσε ερώτημα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ευρωπαϊκή αγορά αλόης και την ελληνική παραγωγή, επισημαίνοντας εάν βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 229/2013, σχετικά με τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου, οι ελληνικές αρχές δύνανται να προσαρμόζουν τις προτεραιότητες του ειδικού προγράμματος στις νέες ανάγκες, ξεπερνώντας τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013, που δεν προβλέπει ειδική στήριξη για την ευρωπαϊκή παραγωγή αλόης. Εφόσον διατίθενται ευρωπαϊκά εργαλεία για την υποστήριξη της εν λόγω παραγωγής, σε τι βαθμό αξιοποιούνται από τους νησιώτες Έλληνες αγρότες; Απευθυνόμενος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο κ. Φραγκούλης ρώτησε εφόσον η αύξηση παραγωγής θα μπορούσε να αυξήσει γεωμετρικά το εισόδημα των Ελλήνων νησιωτών αγροτών, ποιες δράσεις σε επίπεδο παραγωγών και εθνικό θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών εργαλείων για την άρτια αύξηση της παραγωγής αλόης; Επίσης λαμβάνοντας υπόψη τη γενικότερη στροφή προς τα οικεία, βιολογικά προϊόντα, αλλά και στοχεύοντας στην ενίσχυση του εισοδήματος των ευρωπαίων αγροτών, εάν σκοπεύει η Επιτροπή να προχωρήσει σε υποχρεωτική αναγραφής της προέλευσης των προϊόντων στα καλλυντικά, ενδεχομένως μέσω ψηφιακού συστήματος (πχ QR Code).