Ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νικόλαος Παναγιωτόπουλος την Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019, συμμετέχοντας ως ομιλητής στην 23η συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με την Ελληνική Κυβέρνηση, του Economist με θέμα “Europe: Leaving indecisiveness behind?” που διεξάγεται στην Αθήνα, απηύθυνε την ακόλουθη ομιλία:
«Κύριοι Υπουργοί,
Κύριε Πρέσβυ,
Εκλεκτοί προσκεκλημένοι,
Κυρίες και Κύριοι Σύνεδροι,
Σήμερα, θα υποδεχτούμε στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας για να του κάνουμε μια πρώτη επίσημη ολοκληρωμένη ενημέρωση για την παρούσα κατάσταση των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, και να προχωρήσουμε, ανάλογα με τις κατευθύνσεις του βέβαια, από εδώ και πέρα.
Επίσης,...
είναι χαρά να βρίσκομαι σε αυτό το πάνελ, με όλους αυτούς τους εκλεκτούς προσκεκλημένους, εκπροσώπους της Εξωτερικής Πολιτικής γειτονικών χωρών, πρώην Υπουργούς, τον αγαπητό Πρέσβυ, με τον οποίο είχαμε μία εξαιρετική συζήτηση τις προάλλες, και φυσικά τον προκάτοχό μου στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, τον κ. Αποστολάκη, που η παρουσία του εδώ, αν θέλετε, σηματοδοτεί και τη συνέχεια στους όρους μετάβασης της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου, γιατί όλοι στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας εργαζόμαστε, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, για ένα σκοπό. Για να διατηρούμε, να επαυξάνουμε και να ενισχύουμε την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.
Χωρίς, λοιπόν, να πω πάρα πολλά για την εξωτερική πολιτική, άλλωστε στο πάνελ βρίσκεται αρμοδιότερος εμού, θα πω ότι η δουλειά μας στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας είναι να εξασφαλίσουμε ότι τα μαχητικά αεροσκάφη θα πετάνε, τα πολεμικά πλοία θα πλέουν, τα στρατιωτικά οχήματα θα κινούνται, πλήρως λειτουργικά και επιχειρησιακά έτοιμα, έτσι ώστε να προσφέρουν στη χώρα μια «ομπρέλα» ασφαλείας και την αποτρεπτική ισχύ που αυτή χρειάζεται έναντι πάντων.
Θα ήθελα να αναφέρω, ότι το σημερινό παγκόσμιο περιβάλλον, ασφαλώς και χαρακτηρίζεται από μία, θα έλεγα, τάση αυξανόμενης αστάθειας. Δεν είναι αυτό που είπε κάποιος ότι όλοι ετοιμάζονται να πολεμήσουν μεταξύ τους. Δεν το πιστεύω αυτό. Ασφαλώς, όμως, η εξάλειψη του διπολικού γεωπολιτικού συστήματος έχει οδηγήσει σε ανακατατάξεις, ανατροπές και κάποιες αυξανόμενες αβεβαιότητες, καθώς και στην εξέλιξη παλαιών απειλών, όπως και στην εμφάνιση νέων. Όπου ακούμε απειλή, προφανώς το συνδυάζουμε με πρόκληση ασφαλείας. Οι συμβατικές απειλές συμπληρώνονται πλέον και από μια γκάμα ασύμμετρων ή υβριδικών απειλών. Άρα, αντίστοιχα αναπροσαρμόζονται και οι προκλήσεις ασφαλείας. Μια τέτοια πρόκληση, ασφαλώς είναι και η τρομοκρατία, ιδίως αυτή που προέρχεται από στοιχεία θρησκευτικού φονταμενταλισμού.
Άλλα προβλήματα ασφαλείας προέρχονται από τη μετακίνηση πληθυσμών, λόγω αδυναμίας επιβίωσης στις χώρες τους ή λόγω της ανισομερούς κατανομής πλούτου που ωθεί αυτή την ώρα, εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο στο να αναζητήσουν, με ό,τι κινδύνους και ρίσκα αυτό συνεπάγεται, καλύτερη ζωή αλλού. Και πού αλλού; Στις χώρες του δυτικού κόσμου και κυρίως στην Ευρώπη.
Και η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια ειδική ασύμμετρη απειλή. Εδώ, στις Ένοπλες Δυνάμεις, στη μία εβδομάδα της θητείας μου, το αντιλήφθηκα αυτό πάρα πολύ καλά, όταν κινητοποιήθηκαν δύο φορές στοιχεία των Ενόπλων Δυνάμεων, προκειμένου να προλάβουν ή να αποκαταστήσουν ζημιές που προήλθαν από ακραία καιρικά φαινόμενα σε διαφορετικά σημεία της Ελλάδας. Πολύ φοβούμαι ότι το ακραίο και το έκτακτο γίνεται πλέον τακτικό, λόγω της κλιματικής αλλαγής, και ανάλογη πρέπει να είναι και η πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι αρμόδιες αρχές της χώρας, όχι βέβαια αποκλειστικά το Υπουργείο, αλλά τα αρμόδια Υπουργεία, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, που εδώ και αρκετό καιρό, εν μέσω καλοκαιριού, είναι σε κατάσταση συναγερμού.
Επίσης, έχουμε σύγχρονες πραγματικότητες, οι οποίες επηρεάζουν ζητήματα ασφαλείας. Η γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού είναι μια. Αυτό σε αντίθεση με την πληθυσμιακή έξαρση άλλων περιοχών, η παράνομη διακίνηση ανθρώπων και το οργανωμένο έγκλημα είναι μια άλλη, όπως επίσης και η πολύ σημαντική, γεωπολιτικά, παράμετρος της αξιοποίησης πλουτοπαραγωγικών πηγών, είτε όσον αφορά στην εξόρυξη υδρογονανθράκων είτε όσον αφορά στη διακίνηση αυτών. «Όταν δεν είσαι παραγωγός», λένε οι ειδικοί, «το αμέσως καλύτερο πράγμα για μια χώρα, είναι να είσαι διακινητής υδρογονανθράκων, μέσω των αγωγών που περνούν από το έδαφος της χώρας σου».
Μια ειδική, θα έλεγα, πρόκληση ασφάλειας είναι και η κακόβουλη χειραγώγηση των τεχνολογικών εξελίξεων που μεταφράζεται σε μια λέξη ως «κυβερνοαπειλή». Όσον αφορά στη χώρα μας, ο χώρος της Ανατολικής Μεσογείου, κατ’ αρχάς αποτελεί κρίσιμο θαλάσσιο σύνορο της Ευρώπης. Προχθές έκανα λόγο, στην ουσία για το θαλάσσιο σύνορο, όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά και της Δύσης, αποτελεί ο χώρος της Ανατολικής Μεσογείου. Εδώ έχουμε τις μεταναστευτικές ροές που εισέρχονται σε μεγάλους αριθμούς τα τελευταία χρόνια στον ηπειρωτικό χώρο της Ευρώπης. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει τη γεωγραφική της μοίρα και επομένως θα είναι το πρώτο σημείο υποδοχής αυτών των μεταναστευτικών ροών. Τα προβλήματα ασφαλείας και οι προκλήσεις από αυτή την κατάσταση στην περιοχή, προφανώς θα πηγάζουν από τα αντικρουόμενα συμφέροντα των χωρών στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και από φαινόμενα ανάδειξης ή ανάδυσης αναθεωρητισμού σε κάποιες χώρες, όπως και νέων ριζοσπαστικών πηγών θρησκευτικού και εθνικού φονταμενταλισμού.
Σαφώς και ανησυχούμε για την προστασία χριστιανικών μειονοτήτων και μειονοτικών πληθυσμών στην περιοχή. Ανησυχούμε για τη Λιβύη, ανησυχούμε για την κατάσταση στα Βαλκάνια, αλλά είμαστε ψύχραιμοι. Εδώ, πάνω από όλα, όσον αφορά στη χάραξη της εθνικής στρατηγικής και των επιμέρους πολιτικών, πρέπει να επικρατήσει η ψυχραιμία, η νηφαλιότητα και η προσήλωση τόσο στις αξίες όσο και στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Δεν μπορούμε να πάμε, ποτέ δεν πήγαμε διαφορετικά.
Βάλτε στο «μείγμα» και τα παραδοσιακά προβλήματα, όπως το Μεσανατολικό ζήτημα, αλλά και τη διαιώνιση του Κυπριακού ζητήματος και έρχεται το τελικό, θα έλεγα, πόρισμα όσον αφορά στις βασικές μας προκλήσεις. Αξιοποίηση στη διαμετακομιδή των ενεργειακών πόρων, αντιμετώπιση ριζοσπαστικού θρησκευτικού φονταμενταλισμού, αντιμετώπιση φαινομένων εθνοτικών και θρησκευτικών εντάσεων, θα έλεγα, όχι συγκρούσεων, φαινόμενα εθνικού αναθεωρητισμού και κάποιου «μείγματος», θα έλεγα, εθνικά εγωιστικής πολιτικής, ανάμεσα και σε Ευρωπαίους εταίρους μας.
Μεταναστευτικές ροές, κυβερνοεπιθέσεις, αυτές είναι οι βασικές προκλήσεις ασφαλείας που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, διότι θεωρούμε τη χώρα μας - και αγωνιζόμαστε για να την καταστήσουμε - χώρα κλειδί του περιφερειακού συστήματος ασφαλείας, σταθεροποιητικό παράγοντα της περιοχής, τελικό πάροχο ασφαλείας στην περιοχή. Και αυτή είναι θα έλεγα – είμαι σίγουρος ότι το ξέρετε καλύτερα από εμένα – είναι η λέξη κλειδί και ο σκοπός για τον οποίο εργαζόμαστε. Στηριζόμαστε στην αταλάντευτη πολιτική αρχών και θέσεων που βασίζεται, πάνω απ’ όλα, στο απαραβίαστο των συνόρων, στην περιφερειακή συνεργασία σαφώς, ιδίως με τις γείτονες χώρες, στο ισότιμο των διμερών σχέσεων και βέβαια στην προσήλωση στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ελλάδα, με αυτούς τους κανόνες κινείται. Δεν μας αρέσει ως χώρα να προκαλούμαστε, το έχω ξαναπεί, όσο δεν μας αρέσει να προκαλούμε. Όταν όμως προκαλούμαστε, οφείλουμε να δομούμε την αντίδρασή μας με όρους ψυχραιμίας, νηφαλιότητας, αλλά συνάμα και σθένους και αποφασιστικότητας. Αυτό άλλωστε είναι ένα πραγματικό αποτρεπτικό δόγμα. Η αποφασιστικότητα συμβάλλει στην κατίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος μιας χώρας. Και ο βασικός βραχίονας εφαρμογής της αποτρεπτικής ισχύος μιας χώρας είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις της. Προς αυτό το σκοπό εργαζόμαστε, προς αυτό το σκοπό ανέλαβα, αλλά ακόμα αναζητώ τα «φώτα» του προκατόχου μου, γιατί, όπως και αν το κάνουμε, προέρχεται, ως εξαίρετος στρατιώτης, από τα «σπλάχνα» των Ενόπλων Δυνάμεων. Προς αυτό το σκοπό συνεργάζομαι με τον εξαιρετικό Υφυπουργό, που πλαισιώνει την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, το Επιτελείο, τους Αρχηγούς, το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων, γιατί στο τέλος της ημέρας, όπως είπα, με κάποια συγκινησιακή φόρτιση, λόγω της ημέρας, στη τελετή παράδοσης - παραλαβής καθηκόντων Υπουργού Εθνικής Άμυνας, είμαστε όλοι στρατιώτες της Ελλάδας και από προχθές έχω αναλάβει και εγώ αυτό το ρόλο.
Επιζητούμε και θα συνεχίσουμε να επιζητούμε σχέσεις καλής γειτονίας στον βαλκανικό περίγυρό μας. Τα Βαλκάνια είναι επιτακτική ανάγκη να μετατραπούν σε περιοχή παραγωγής σταθερότητας και όχι αστάθειας, όπως ήταν διαχρονικά, με μοιραία αποτελέσματα, βέβαια, για την Ευρώπη και τον κόσμο.
Από εκεί και πέρα, για να γίνει αυτό θεωρώ σημαντική την κατίσχυση των σχέσεων καλής γειτονίας. Η χώρα μου αποδεδειγμένα εργάστηκε για αυτό με όλους. Ανησυχώ για την αναθεωρητική, ολίγον ανεξέλεγκτη, τουλάχιστον από τις μέχρι πρότινος δυτικές επιρροές της, Τουρκία, η οποία, αν μη τι άλλο, εκτός από το συνηθισμένο «μενού», τώρα τελευταία επανέρχεται με μία εξαιρετικά επιθετική ρητορική από κορυφαίους αξιωματούχους της. Αυτό μας ανησυχεί, αλλά δεν μας φοβίζει και για αυτό το λόγο, όπως σας είπα, ενισχύουμε, σαν στρατιωτική επιλογή, ή προσπαθούμε να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεών μας.
Και ένα τελευταίο σχόλιο, βέβαια, θεωρώ επιβεβλημένο να το κάνω, για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Δεν αμφισβητώ την πρόθεση κανενός ότι αυτή η Συμφωνία επιτεύχθηκε για καλό σκοπό, για να ενισχύσει τη σταθερότητα στην περιοχή, για να ενισχύσει τις γεωπολιτικές σταθερές της περιοχής, έτσι ώστε να μην υπάρξουν ανατροπές. Απλά, η άποψή μου είναι, με κάθε καλή πρόθεση, και θέλω να το τονίσω αυτό, ότι για να σταθεί αυτή η Συνθήκη και να παράξει θετικά αποτελέσματα, θα πρέπει και τα δύο μέρη να σταθούν με προσήλωση στην τήρηση των ουσιωδών όρων αυτής. Αυτή είναι και η θέση μου, αν θέλετε ως νομικού. Αν αυτή εφαρμοστεί με απαρέγκλιτη τήρηση όλων των ουσιωδών όρων της, τότε νομίζω ότι θα μπορούμε να πάμε σε ένα καλύτερο μέλλον.
Κλείνω, επαναλαμβάνοντας ότι ως πολιτικός προϊστάμενος των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας - και είναι τεράστια τιμή για εμένα - θα εργαστώ με κάθε προσήλωση, με κάθε ικμάδα των δυνάμεών μου, εγώ και η υπόλοιπη πολιτική ηγεσία, σε αγαστή συνεργασία με τα εκλεκτά στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και βεβαίως, προπαντός, με την στρατιωτική ηγεσία, για να έχουμε Ένοπλες Δυνάμεις οι οποίες θα παρέχουν ασφάλεια στην περιοχή, θα καταστήσουν την Ελλάδα ασφαλή χώρα, αλλά θα βοηθήσουν τις Ελληνίδες και τους Έλληνες να αισθάνονται ασφαλείς σε αυτή τη χώρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αυτός είναι ο στόχος μας, αυτό είναι και το πολύ σημαντικό μας καθήκον».