Με την επίτευξη της νέας συμφωνίας ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους «θεσμούς» ξεκινά ένας «Γολγοθάς» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Είναι προφανές ότι τα προαπαιτούμενα μέτρα, όπως έχουν ψηφιστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, είναι άκρως υφεσιακά. Η συρρίκνωση του εισοδήματος των νοικοκυριών σε μια ήδη καθημαγμένη οικονομία θα έχει συνέπειες στην κατανάλωση, την εγχώρια παραγωγή και τον επενδυτικό σχεδιασμό των επιχειρήσεων. Η ελληνική οικονομία θα εισέλθει εκ νέου σε βαθιά ύφεση, γεγονός που θα σηματοδοτεί ένα νέο μπαράζ «λουκέτων» και περαιτέρω αύξηση της ανεργίας. Παρόλο αυτά, θα πρέπει -χωρίς καθυστερήσεις- να δοθούν από την Πολιτεία σοβαρά κίνητρα για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της χώρας, ιδιαίτερα δε, στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα της οικονομίας...
Επιτακτική είναι η ομαλοποίησης της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορέσουν οι ΜΜΕ να λειτουργήσουν ξανά ή έστω να μπορέσουν να μπουν σε μια –σχετική- κανονικότητα της δραστηριότητάς τους. Είναι ζωτικής σημασίας ζήτημα για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην χώρα μας να δοθεί άμεσα λύση στο τεράστιο αυτό πρόβλημα. Ιδιαίτερα δε για τις εισαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες αδυνατούν να εξοφλήσουν τους προμηθευτές τους στο εξωτερικό και κατά συνέπεια δεν μπορούν να εισάγουν πρώτες ύλες και προϊόντα για να μπορέσουν να συνεχίσουν την επιχειρηματική τους δράση.
Αναγκαία είναι, επίσης, η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και όχι η καθολική αύξησή της, προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές έναντι των άλλων επιχειρήσεων που λειτουργούν στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στα Βαλκάνια όπου η φορολογία είναι αισθητά χαμηλότερη για τις επιχειρήσεις. Επίσης θα πρέπει να δοθούν κίνητρα στις υφιστάμενες αλλά και στις νέες επιχειρήσεις να παραμείνουν στην χώρας μας.
Αναγκαία είναι, επίσης, η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και όχι η καθολική αύξησή της, προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές έναντι των άλλων επιχειρήσεων που λειτουργούν στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στα Βαλκάνια όπου η φορολογία είναι αισθητά χαμηλότερη για τις επιχειρήσεις. Επίσης θα πρέπει να δοθούν κίνητρα στις υφιστάμενες αλλά και στις νέες επιχειρήσεις να παραμείνουν στην χώρας μας.
Στο μεταξύ, με την παραμονή της μεταποίησης στο συνετελεστή ΦΠΑ 23%, αλλά και τις αυξήσεις (από το 13% στο 23%) των συντελεστών ΦΠΑ στα είδη διατροφής, τις μετακινήσεις και την εστίαση, η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών αναμένεται να συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο: Σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ εκτιμάται ότι θα υπάρξει κατ’ ελάχιστο μείωση της συνολικής δαπάνης ανά νοικοκυριό κατά 60€ μηνιαίως (720€ ετησίως). Εύλογο βέβαια είναι το ερώτημα ποιος καταναλωτής θα μπορέσει να προβεί σε παρεμβάσεις αναβάθμισης του ακινήτου του, όταν δεν θα μπορεί να αντεπεξέλθει στις βασικές βιοποριστικές ανάγκες του νοικοκυριού του. Γι’ αυτό θα πρέπει μέσω σωστά σχεδιασμένων επιδοτούμενων προγραμμάτων να δοθεί μία δέσμη οικονομικών κινήτρων προκειμένου να πραγματοποιηθούν τέτοιες παρεμβάσεις οι οποίες θα δώσουν ανάσα σε χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες του κλάδου μεταποίησης αλουμινίου και σιδήρου που τα τελευταία χρόνια εκπέμπει «σήμα κινδύνου» και δίνει μάχη για την επιβίωση.